- ἡμιπληγίας
- ἡμιπληγίᾱς , ἡμιπληγίαparalysisfem acc plἡμιπληγίᾱς , ἡμιπληγίαparalysisfem gen sg (attic doric aeolic)
Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.
Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.
Βέρνικε, Καρλ — (Carl Wernicke, Τάρνοβιτς, Πολωνία 1848 – Θουριγκία, Γερμανία 1905). Γερμανός ψυχίατρος και νευρολόγος. Διετέλεσε καθηγητής ψυχιατρικής και νευρολογίας στην Μπρεσλάβα (1890) και τη Χάλη (1904). Σημαντικές υπήρξαν οι έρευνές του σχετικά με την… … Dictionary of Greek